Ως είμαι ζωγράφος το επάγγελμα, και θεωρώ άλλωστε την ποίηση σαν ζήτημα εντελώς προσωπικό, δεν ένοιωσα ποτέ κανενός είδους επιθυμία να ιδώ τα ποιήματά μου δημοσιευμένα. Μου αρκούσε, κυρίως, που τα έγραφα. Κατόπιν, βέβαια, δεν είχα καμιάν αντίρρηση ναν τα διαβάσω σε κάναν φίλο, ενίοτε σε μικρό κύκλο ακροατών, δυο-τρεις το πολύ, που μου το ζητούσαν. Πάντως δε θα έστεργα ποτέ ναν τα δώσω για τύπωμα πριν από τα μέσα του 1938. Ήταν η χρονιά όπου ετελείωνα τις εργαστηριακές μου σπουδές στη ζωγραφική. Μαθήτευα πλησίον του Κωνσταντίνου Παρθένη, και το εύρισκα άπρεπο απέναντι στον σεβαστό κι αγαπητό δάσκαλο να θέλω να εκδηλωθώ προσωπικά, και μάλιστα σε διαφορετική «σχολή», τον υπερρεαλισμό, την στιγμή που καταρτιζόμουνα κοντά του για το μελλούμενο καλλιτεχνικό μου στάδιο. Δεν πιστεύω να ήτανε και αντίθετο στην επιθυμία του μεγάλου Παρθένη να βλέπη τους μαθητάς του, μετά το πέρας, όμως, των σπουδών τους, να παίρνουν τον δικό τους δρόμο, σύμφωνα με την ιδιαίτερή τους διάθεση και τις ιδιαίτερές τους κλίσεις.
(..τμήμα κειμένου, αφιέρωμα στον ζωγράφο και ποιητή Νίκο Εγγονόπουλο http://www.sakketosaggelos.gr/Article/1803/ )
- - - - - - - -
Μια... σουρεαλιστική γνωριμία..
Ο Νίκος Εγγονόπουλος υπήρξε μια πολυσχιδής καλλιτεχνική φυσιογνωμία, μια από τις κορυφαίες στην Ελλάδα, με κύριους τρόπους έκφρασης τη ζωγραφική αλλά και την ποίηση. Το έργο του περιλαμβάνει ακόμα μεταφράσεις, κριτικές μελέτες και δοκίμια, ενώ αποδείχτηκε ο σημαντικότερος πλάι στον Εμπειρίκο εκπρόσωπος του υπερρεαλισμού στην Ελλάδα.
Γεννήθηκε στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 1907 από πατέρα Κωνσταντινοπολίτη και μητέρα Αθηναία. Στην ηλικία των επτά ετών, η οικογένειά του εγκαθίσταται αναγκαστικά στην Κωνσταντινούπολη, μετά την κήρυξη του πολέμου.
Ωστόσο, οι σπουδές του σε Λύκειο στο Παρίσι είναι αυτές που θα αποτελέσουν τη ”μαγιά” για τη μετέπειτα καλλιτεχνική τροχιά του.
Επιστρέφοντας στην Αθήνα το 1928, ο Εγγονόπουλος εργάστηκε αρχικά ως μεταφραστής σε τράπεζα και ως γραφέας στο Πανεπιστήμιο, ενώ ταυτόχρονα πηγαίνει σε νυχτερινό σχολείο για να αποκτήσει και ελληνικό απολυτήριο.
Το 1932 γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου μαθήτευσε κοντά στον Κωνσταντίνο Παρθένη ενώ παράλληλα, παρακολούθησε μαθήματα βυζαντινής τέχνης στο εργαστήριο του Φώτη Κόντογλου, μαζί με τον Γιάννη Τσαρούχη. Την ίδια περίοδο γνωρίστηκε με άλλους σημαντικούς καλλιτέχνες, μεταξύ των οποίων ο Ανδρέας Εμπειρίκος.
|-ad-|Όπως αναφέρει και ο ίδιος ο καλλιτέχνης: ”Τη βυζαντινή τέχνη σπούδασα κοντά σε δυο άξιους διδασκάλους, τον μεγάλο επιστήμονα, τον καθηγητή Ανδρέα Ξυγγόπουλο, τον υπερεξαίρετο γνώστη της βυζαντινής ζωγραφικής, και τον πασίγνωστο Φώτη Κόντογλου, τον ζωγράφο και τον συγγραφέα με τη γενναία ψυχή”.
Σε όλο το διάστημα των σπουδών ζωγραφικής, ο Εγγονόπουλος παρέμεινε στην θέση του στο Υπουργείο και το 1934 τοποθετήθηκε στην Τοπογραφική Υπηρεσία όπου μετά έξι χρόνια μονιμοποιήθηκε με τον βαθμό του Σχεδιαστή Α’ Τάξεως.
Η πρώτη εικόνα (1933) που ζωγραφίζει εικονίζει τον Άγιο Νικόλαο ενώ ενδιαφέρον παρουσιάζει η υπογραφή ”Δια χειρός Ν.Π. Εγγονόπουλου του Φαναριώτη” που επικαλείται την Κωνσταντινούπολη ως τόπο καταγωγής του.
Τα πρώτα έργα κοσμικού χαρακτήρα του Εγγονόπουλου χρονολογούνται στο 1933 (αυτοπροσωπογραφία, Φτωχοπρόδρομος και Νεκρή Φύση). Εκεί διαφαίνονται τα πρώτα στοιχεία υπερρεαλισμού ενώ συνεχίζει να υπογράφει ως ”Φαναριώτης”.
Ένας από τους δύο σημαντικότερους πίνακες του Εγγονόπουλου είναι η μεγάλη, σχεδόν ολόσωμη, Αυτοπροσωπογραφία του 1935, που σήμερα εκτίθεται στο Μουσείο Μπενάκη. Το έργο διέπεται από έντονα στοιχεία βυζαντινής τέχνης ενώ πίσω του δεσπόζει η Ακρόπολη.
Δείγματα της ζωγραφικής του παρουσιάστηκαν το 1938 στην Έκθεση Τέχνη της Νεοελληνικής Παραδόσεως και αποτελούσαν έργα που απεικόνιζαν παλαιά σπίτια της Μακεδονίας. Την ίδια χρονιά, σημειώθηκε και η είσοδος του στα γράμματα, αρχικά με την δημοσίευση μεταφράσεων σε ποιήματα του Τριστάν Τζαρά και λίγο αργότερα, τον Ιούνιο του 1938, την κυκλοφορία της πρώτης του ποιητικής συλλογής με τον τίτλο ”Μην ομιλείτε εις τον οδηγό”.
Το Σεπτέμβριο του 1939 εκδόθηκε η δεύτερη ποιητική συλλογή του, ”Τα Κλειδοκύμβαλα της Σιωπής”, ενώ το Νοέμβριο πραγματοποιήθηκε η πρώτη ατομική έκθεση ζωγραφικής του, στο σπίτι του Νίκου Καλαμάρη.
Την ίδια περίοδο εργάστηκε για την παράσταση της Ηλέκτρας του Σοφοκλή στο Θέατρο Κοτοπούλη, σχεδιάζοντας τα κοστούμια των ηθοποιών και συμμετείχε σε ομαδική έκθεση Ελλήνων καλλιτεχνών στη Νέα Υόρκη.
Στη δεκαετία του ’40 τα έργα της βυζαντινής τεχνοτροπίας περιορίζονται και ο Εγγονόπουλος στρέφεται στους ήρωες της Ελληνικής επανάστασης του 1821.
Ο Νίκος Εγγονόπουλος τιμήθηκε πολλάκις για το έργο του. Το 1958 του απονεμήθηκε το Πρώτο Κρατικό Βραβείο Ποίησης του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας για την ποιητική συλλογή Εν Ανθηρώ Έλληνι Λόγω ενώ το 1966 τιμήθηκε για το ζωγραφικό του έργο από τον Βασιλιά Κωνσταντίνο Β΄ με το παράσημο Χρυσούς Σταυρός του Γεωργίου Α’.
Το κρατικό βραβείο ποίησης θα του απονεμηθεί για δεύτερη φορά το 1979 καθώς και το παράσημο του Ταξιάρχη του Φοίνικος. Ο Νίκος Εγγονόπουλος ήταν μόνιμος κάτοικος Αθηνών (οδού Αναγνωστοπούλου).
Πίνακές του υπάρχουν στην Εθνική Πινακοθήκη, στις Δημοτικές Πινακοθήκες Αθηνών, Ρόδου, Θεσσαλονίκης, στο Μουσείο Θεάτρου στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο και σε ιδιωτικές συλλογές.
Απεβίωσε το 1985 από ανακοπή καρδιάς και η κηδεία του πραγματοποιήθηκε δημοσία δαπάνη στο Α’ Νεκροταφείο της Αθήνας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου