Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2009

Η ερμηνεία της Σαρλότ Γκενσμπούργκ στον προκλητικό «Αντίχριστο»


Η ερμηνεία της Σαρλότ Γκενσμπούργκ στον προκλητικό «Αντίχριστο» του Λαρς φον Τρίερ, που της εξασφάλισε το βραβείο γυναικείας ερμηνείας φέτος στις Κάνες, είναι φτιαγμένη από δάκρυα και αίμα.

Στο ακραίο και ανελέητο στην εικονογράφησή του θρίλερ, η 38χρονη γαλλίδα ηθοποιός αναλαμβάνει να υποδυθεί μια μητέρα τραυματισμένη από τον χαμό του μικρού της παιδιού, η οποία ταξιδεύει με τον ψυχίατρο σύζυγό της στο απομονωμένο εξοχικό τους, στην καρδιά ενός ομιχλώδους δάσους, γυρεύοντας εκεί λίγη ηρεμία.

Μόνο που οι δαίμονες της ηρωίδας του προβοκάτορα δανού σκηνοθέτη επιστρέφουν για να ξεσπάσουν επάνω στην ίδια και στον ανυποψίαστο άντρα της, πυροδοτώντας μια μέχρις εσχάτων μάχη μεταξύ των δύο, η οποία μεταφράζεται σε τολμηρό σεξ, σαδιστική βία και μερικές σκηνές που τραυμάτισαν την ευαισθησία πολλών θεατών του φετινού φεστιβάλ των Κανών.

Ανάμεσα σε αυτές βρίσκονται και τα διαβόητα πλέον πλάνα στα οποία η Σαρλότ εκτός εαυτού επιδίδεται σε πραγματικό αυνανισμό επί οθόνης, πληγώνει τα γεννητικά όργανα του συζύγου της με μια πέτρα και κόβει την κλειτορίδα της με ένα ψαλίδι.

«Με τρόμαξε το σενάριο»

Αδυνατώντας να βγάλω τις εικόνες αυτές από το μυαλό μου, πηγαίνω δυο μέρες μετά την προβολή της ταινίας να συναντήσω την ηθοποιό, σε ένα υπερπολυτελές ξενοδοχείο της Κυανής Ακτής. Καθισμένη σε μια ψάθινη πολυθρόνα, απολαμβάνοντας την υπέροχη θέα της θάλασσας και γεμίζοντας διαρκώς το φλιτζάνι της με χαλαρωτικό τσάι, η ήρεμη και χαμογελαστή Σαρλότ μοιάζει έτη φωτός μακριά από τη δαιμονική και αυτοκαταστροφική ηρωίδα της στο φιλμ:

-Θα μου πείτε, εντελώς ειλικρινά, αν σας άρεσε ο εαυτός σας στην ταινία;

«Οχι, δεν μου άρεσε. Για καθετί καλό και σωστό που διέκρινα, υπήρξαν ένα σωρό άλλα πράγματα τα οποία δεν μου άρεσαν καθόλου. Μερικοί ηθοποιοί παρατηρούν τον εαυτό τους με σκοπό να μάθουν από τα λάθη τους και να γίνουν καλύτεροι. Ενας από αυτούς είμαι κι εγώ».

-Πολλά σημεία στην ταινία παραμένουν μέχρι τέλους πεισματικά αόριστα και αινιγματικά. Θα μπορούσατε να τα αποκρυπτογραφήσετε;

«Ακόμη κι αν είχα μια σαφή και ξεκάθαρη άποψη, θα δυσκολευόμουν να την εκφράσω γιατί υπήρξα κομμάτι του φιλμ. Πιστεύω πως οποιοσδήποτε θεατής το δει θα μπορέσει να αποκτήσει μια πιο ξεκάθαρη άποψη από μένα. Δεν μπορώ, επίσης, να σας πω τι αποκόμισα από τις συζητήσεις μου με τον Τρίερ πάνω στην ταινία, διότι στάθηκε αδύνατο να εκμαιεύσω κάτι από αυτόν. Του έκανα τόσο πολλές ερωτήσεις κατά καιρούς, από τις οποίες μονίμως ξεγλιστρούσε, ώστε αποφάσισα κάποια στιγμή να πάψω να ρωτάω».

-Πώς αντιδράσατε όταν διαβάσατε πρώτη φορά το σενάριο;

«Με τρόμαξε πολύ, το τι θα απαιτούσε από εμένα να κάνω. Αλλά δεν υπήρχε περίπτωση να αφήσω τους ενδοιασμούς μου να με εμποδίσουν από το να δουλέψω με έναν σκηνοθέτη του οποίου τις ταινίες εκτιμούσα τόσο. Βέβαια, στην αρχή ο Λαρς φον Τρίερ φάνηκε πολύ διστακτικός απέναντί μου».

-Για ποιον λόγο;

«Ηταν παράξενο. Ταξίδεψα μέχρι τη Δανία για να τον συναντήσω. Μπήκα στο σπίτι του και ήταν σχεδόν βουβός. Μιλούσε ελάχιστα, έτρεμε συνεχώς και με έφερε σε τρομερά δύσκολη θέση, επειδή δεν περίμενα καθόλου ότι θα συναντούσα έναν άνθρωπο σε τέτοια κατάσταση. Του ζήτησα κάποιες διευκρινίσεις σχετικά με πράγματα που μου προκάλεσαν απορία στο σενάριο κι εκείνος δεν μου μιλούσε καθόλου. Χωρίς να χάσω την ψυχραιμία μου, συνέχισα να τον αντιμετωπίζω φυσιολογικά και να ελπίζω για κάποιο είδος επαφής μεταξύ μας, μέχρι που η ώρα κύλησε και έφυγα. Μια εβδομάδα αργότερα, με πήρε τηλέφωνο και μου είπε ότι ήθελε να παίξω τον ρόλο. Η αλήθεια είναι ότι δεν κατάλαβα ποτέ για ποιον λόγο με επέλεξε να γίνω πρωταγωνίστριά του και δεν βρήκα το θάρρος να τον ρωτήσω. Από το ξεκίνημα των γυρισμάτων, όμως, αισθάνθηκα ότι έπρεπε να φανώ αντάξια αυτού που προσδοκούσε από εμένα. Κατά κάποιον τρόπο ένιωθα ότι υποδυόμουν εκείνον. Εκείνος ήταν η γυναίκα την οποία ερμήνευα στο φιλμ».

-Στη συνέντευξη τύπου που έδωσε, πάντως, ο σκηνοθέτης δήλωσε πως εσείς η ίδια τον οδηγήσατε να σπρώξει την ταινία του στα άκρα.

«Ημουν απλώς διατεθειμένη να φτάσω μέχρι εκείνο το σημείο που ήθελε να φτάσω. Να κάνω τον εαυτό μου εύθραυστο και διαθέσιμο σε αυτόν, γιατί τον εμπιστευόμουν απολύτως. Προσπάθησα λοιπόν να αφεθώ όσο μπορούσα, γνωρίζοντας ότι θα βρισκόταν εκεί να με πιάσει, αν πηδούσα στο κενό. Παρ’ όλο που το γύρισμα ήταν συχνά οδυνηρό, δεν υπήρξε η παραμικρή σκληρότητα ή σαδισμός από μέρους του. Αισθανόμουν ασφαλής και προστατευμένη. Πρέπει να σας πω, βέβαια, ότι, ακόμη και την πιο συμβατική σκηνή να γυρίζει, ο Τρίερ επιμένει να σε σπρώχνει διαρκώς στα άκρα. Δεν έβαζε ποτέ τελεία, γιατί ήθελε εμένα και τον συμπρωταγωνιστή μου, τον Γουίλεμ Νταφόου, να ξεπεράσουμε τα όρια. Ελεγε “Μην ανησυχείτε αν στο τέλος της μέρας αισθάνεστε άσχημα ή σας πιάνει απελπισία. Είναι φυσιολογικό, συμβαίνει με όλους μου τους ηθοποιούς αυτό!” (γέλια)».

Τρόμος και υπερβολή

-Δηλώσατε πρόσφατα ότι η ταινία σάς βοήθησε να εξερευνήσετε μια μαζοχιστική πτυχή του εαυτού σας, στην οποία δεν είχατε ποτέ άλλοτε εμβαθύνει. Δεν είναι αλήθεια, όμως, ότι όλοι οι ηθοποιοί αρέσκονται κατά κάποιον τρόπο να υποφέρουν στα χέρια κάποιου σκηνοθέτη;

«Η όλη διαδικασία άσκησε επάνω μου μια νοσηρή μορφή απόλαυσης. Απολάμβανα τον σωματικό πόνο, το κλάμα, τα ουρλιαχτά, τη σωματική και συναισθηματική μου έκθεση. Ηταν όλα τόσο εξεζητημένα και έντονα και τρομαχτικά και υπερβολικά, ένας περίεργος συνδυασμός πόνου και χαράς, τον οποίο όμως βρήκα συναρπαστικό. Δεν είμαι παρά ένα υλικό, όπως είναι ο πηλός στα χέρια κάποιου γλύπτη. Ο Λαρς έπλασε από μένα κάτι που δεν περίμενα ποτέ».

-Μια και η ταινία χρησίμευσε σε μεγάλο βαθμό ως μια εξωτερίκευση της κατάθλιψης στην οποία βρισκόταν τα τελευταία δύο χρόνια ο Λαρς φον Τρίερ, σας δόθηκε η ευκαιρία να συζητήσετε μαζί του την ψυχολογική του κατάσταση;

«Δεν κάναμε απευθείας συζητήσεις. Μου προκαλούσαν όμως μεγάλη νευρικότητα και αμηχανία οι κρίσεις πανικού που πάθαινε στη διάρκεια κάποιων γυρισμάτων. Κάθε φορά που άρχιζε να τρέμει και να τραυλίζει, δεν ήξερα τι έπρεπε να κάνω. Ομως, αμέσως μετά εκείνος είχε τη γενναιοδωρία να μου εκμυστηρευθεί τους φόβους του».

-Νιώσατε καθόλου την ανάγκη να συμβουλευθείτε τη μητέρα σας, την Τζέιν Μπίρκιν;

«Η μητέρα μου υπήρξε η σπουδαία εξομολόγος μου. Της έστελνα μηνύματα συνέχεια και στο τέλος κάθε μέρας μιλούσαμε στο τηλέφωνο για τη βία και τα αίματα, τις σκηνές σεξ και τον αυνανισμό -ξέρετε όλα τα απλά καθημερινά πράγματα που περνούσα στο γύρισμα (γέλια). Κι εκείνη με άκουγε και με καθησύχαζε. Για έναν μάλλον σαχλό λόγο, ωστόσο, είχα την εντύπωση ότι το γεγονός ότι είχε και εκείνη υπάρξει στα νιάτα της σκανδαλώδης, μαζί με τον πατέρα μου, σήμαινε ότι θα μπορούσα κι εγώ τώρα να αποβάλω τις αναστολές μου».

-Πίσω από όλη τη μυθολογία για εκείνη και τον πατέρα σας υπάρχει κάτι που να ανταποκρίνεται στους γονείς που γνωρίσατε εσείς;

«Οπως είπατε κι εσείς ο ίδιος, μιλάμε πρωτίστως για μυθολογίες. Και στις μυθολογίες δεν υπάρχει τίποτα που να πλησιάζει έστω και ελάχιστα την αλήθεια. Ο Σερζ Γκενσμπούργκ και η Τζέιν Μπίρκιν που κουβαλώ εγώ μέσα μου είναι δυο διαφορετικοί άνθρωποι από αυτούς για τους οποίους έχετε ακούσει και διαβάσει»

Πηγή : http://evdomos.wordpress.com/2009/05/31/